Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

η βάλια, ο μηνάς..

.. 16 σαλίγκαροι, μια κάμπια και ένας τραπεζίτης

Σε βρήκα αλλαγμένη και δεν σου έδωσα, ένα καρεδάκι που σου είχα κεντήσει (οι αποστάσεις θέλουν υπομονή)
Χρωμάτισα δεκαέξι φούξια σαλίγκαρους, οι κόμβοι στους οποίους δεν στέκεσαι (σε πραγματικό χρόνο τουλάχιστον).
Μεταξύ τους έβαλα βελάκια με μικρά μηνύματα.
Βλάβη, νυχτερινή αγκαλιά, ένα τραγούδι που λέει για ένα πικρό τέλος, αν θυμάσαι.
Πάλι αν, μια εικόνα, ένα μπλουζάκι με ρίγες, πασατέμπο, μην έρχεσαι, μην φεύγεις.
I wish I was your favourite colour .
Έχει ξεθωριάσει το φούξια και με αποκαρδιώνει να το βλέπω. Θα το πετάξω, και θα επανέλθω.
Τι έγινε με το ραμμένο σου στόμα;
+++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++

Μηνά, μου είπες πως με βρήκες αλλαγμένη και αυτό με στενοχώρησε πολύ. Με κάνει να νιώθω υπόλογος αυτό, το να αλλάζω.
Θα σου διηγηθώ λοιπόν τι συνέβη. Σε ένα νυχτερινό μου κατάλυμμα, μια αλαζονική κάμπια μπήκε στο αυτί μου. Τρύπωσε ένα βράδυ που δεν έλεγε να ξημερώσει. Η μουσική απο ένα κλαμπάκι της συμφοράς ακουγόταν δυνατά, και οι χτύποι της καρδιάς μου είχαν πέσει. Σε συνδυασμό με τον ιδρώτα της κάμπιας μες το αυτί μου, εικόνες και σκέψεις παράφορες άρχισαν να φυτρώνουν.
Δεν μπορούσα τότε να καταλάβω τι φταίει. Η δραστηριότητα της κάμπιας ήταν τόση που εγώ ήμουν μόνιμα εξαντλημένη. Μια μέρα την ένιωσα που πήγαινε να βγει, έκλεινα την μύτη και φύσαγα, ευχόμενη η παραμονή της εκεί μέσα να είναι προσωρινή, όπως μια κατάδυση.
Το είπα στον ευαίσθητο χ, που καταλάβαινε τις ανησυχίες μου, κάτι μεγαλώνει στο κεφάλι μου. Είναι ένας άνθρωπος εκεί μέσα που σκέφτεται, μου είπε , μην την διώχνεις και με πήρε να πάμε για μπάσκετ.
Όταν έβρισα την Α., χωρίς καμιά πραγματική αιτία κατάλαβε κι αυτός πως δεν ήταν άνθρωπος αλλά κάμπια.
Έπρεπε να χωριστούμε και οι λύσεις της ιατρικής για τις κάμπιες δεν με κάλυπταν. Την άφησα να μεγαλώνει κι ότι βγει.
Ήταν θυμάμαι περασμένα μεσάνυχτα και μου λείπατε όλοι πολύ. Τόσο που οι φωνές σας και οι δικές μου ανάγκες, φύτρωναν σαν δέντρο κάτω απο το παράθυρο. Μα έτσι βρήκαν πέρασμα και κάμποσα παράσιτα για να σκαρφαλώσουν.
Η κάμπια μεγάλωσε και έβγαλε φτερά, το κεφάλι μου δεν χωρούσε πια την δραστηριότητα της και το αυτί δεν επέτρεπε την φυγή της. Το κεφάλι μου έσκασε, και μια πελώρια πεταλούδα βγήκε, με φίλησε στο στόμα, πέταξε στο μπαλκόνι και έκατσε πάνω σας να ακούσει παράπονα. Κολάτσισε και αυτά και τα παράσιτα που σου έλεγα.
Έδεσα το κεφάλι μου όπως όπως..
Στο έχω πει, έχω αδικήσει συνειδητά ανθρώπους, μα δεν είχα άλλη επιλογή.
Μετά από καιρό άρχισε πάλι να ερεθίζει την φαντασία μου το αποτρόπαιο.
Χτες έβγαλα έναν τραπεζίτη.
Νομίζω πως η γέφυρα είναι ένα μεταλλικό έλασμα και με αηδιάζουν τα ψευτοκλωτσήματα, εκεί που ήταν το σάπιο δόντι.
++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++++
Βάλια κόψε τις μαλακίες. Η ιστορία που μου διηγήθηκες μπορεί να μην είναι επινοημένη, αλλά είναι σίγουρα παλιά. Τα ψυχολογικά να τα επικαλεστείς στη δουλειά σου. Στο σπίτι σου είχε πολύ φασαρία. Μου φάνηκες αλλαγμένη πράγματι, πολύ ήρεμη, για την ακρίβεια.
Μου είπες ότι πήγες οδοντίατρο, αλλά δν σε ρώτησα τι έκανες εκεί.
Αφού έκανες εξαγωγή θα πρέπει να μασούσες ακόμη τις γάζες. Μάλλον θα είδες κι αυτές τις πελώριες ρίζες που έχουν οι τραπεζίτες. Κατά πάσα πιθανότητα, ο οδοντίατρος θα χαμογέλασε όταν ακούμπησε το στόμα σου. Γι αυτό το αποτρόπαιο μιλάς;
Είσαι συμπαθητική όταν βάζεις τις φωνές χωρίς προφανή λόγο.
Κι αφού σε πήρε το παράπονο που αλλάζεις, δεν αλλάζεις, ήσουν απλά νόμιμα μαστουρωμένη (να σε ακουμπάει κάποιος άγνωστος στο στόμα και παράλληλα να παίρνει τον πόνο, χωρίς καλές προθέσεις, αυτό σε συνδυασμό με την τοπική αναισθησία για σένα είναι μάλλον κάτι σαν έκσταση). Στον σταθμό με κοίταξες με κόρες διεσταλμένες κι είπες πες του να σκάσει. Εγώ είχα έναν άνθρωπο στο κεφάλι μου εκείνη την ώρα. Ήθελε να σε ρωτήσει πως περνάς, που τρέχεις, αν τα καταφέρνεις, αν τα μασάς πιο χαλαρά τώρα με ένα δόντι λιγότερο και με μερικά ψιλά στην τσέπη. Και δεν καταλαβαίνω σε ποιόν και γιατί πρέπει να απολογείσαι. Άνοιξε το στόμα σου κι άσε τις κάμπιες να βγουν. Το χρειάζονται…

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Βάλια, νομίζω ότι ο Μηνάς έχει δίκιο:
κόψε τις μαλακίες (δεν ξέρω ποιες ακριβώς εννοεί, αλλά τον εμπιστεύομαι, κάτι θα ξέρει)·
και σ’ εμένα, τελευταία φορά, μου φάνηκες πιο ήρεμη (εμένα πάντως, αυτό με χαροποίησε)·
όντως, δεν υπάρχει λόγος να νοιώθεις συνεχώς υπόλογος και να απολογείσαι (γιατί; Κάποτε θα ήθελα να το συζητήσουμε…)
και τελικώς, ναι, άσε τις κάμπιες να βγουν (είτε ως κάμπιες, είτε αφού έχουν γίνει πρώτα πεταλούδες, είναι κάτι το αναγκαίο, ίσως μάλιστα και υπέροχο· ποιός ξέρει;!;)

Άπειρα κατάστηθα φιλιά, Φουρφούλι μ’
(ναι, πάλι κυβερνο-έκρηξη στοργής μ’ έπιασε). Ο Κόμης…

Ανώνυμος είπε...

Πάντα σε εκπλήσσει το τι μπορεί να κρύβει ένα κουκούλι: μια πεταλούδα; Ίσως.. Ακόμη και τον τραπεζίτη τον φαντάστηκα σαν ένα κουκούλι που κρύβει μόνο τη σαπίλα!
Το διάβασα χθες βράδυ το κείμενο κι είχα αρκετά ανήσυχα όνειρα, τα οποία δεν μπόρεσα να θυμηθώ όταν ξύπνησα. Πάντως νομίζω ότι οι κάμπιες ζούνε περισσότερο από τις πεταλούδες. Αν και σέρνονται (ή ίσως ακριβώς γι' αυτό) μπορούν να πηγαίνουν και πιο βαθιά (αργά αργά βέβαια)!

Σε φιλώ πολύ,

caveman