Σάββατο 10 Ιουλίου 2010

η βάγια ο μηνάς...

...κι οι άνθρωποι που τρύπωσαν στηνσκέψη τους

θέλω να σου γράψω, νοημάτισε για να μην την πάρει χαμπάρι ο πραγματικός συνομιλητής της.
τι χρώμα είναι η έρημος τα βράδια; τι χρώμα ήταν, διόρθωσε τον χρόνο. σήμερα θα είναι λίγο πιο κόκκινη.
τέταρτος χρόνος εδώ.
την πρώτη χρονιά είχε πάει για να μην τσακωθεί και για λίγη αγάπη.είχε αρχίσει να νοσταλγεί τα βόρια. στα πρώτα λόγια λύθηκε σε κλάμματα. κάποιος ήρθε κοντά να τον αποσπάσει απο την θλίψη της. δεν είναι τίποτε, με πεθύμησε,γέλασε αυτός. την κέρασε λεμονάδα. στο τέλος αυτού του καλοκαιριού στην πόλη έβρεχε στάχτη. είδε το δαμάζοντας τα κύμματα, με μουσική υπόκρουση ηλίθια ποπ, σε ένα μαγαζί καθόλου του γούστου της, βολικό όμως για ξεγλίστρημα.
την δεύτερη χρονιά είχε στολιστεί, θα δεις μόνο την πλάτη μου αποφάσισε, χωρίς να ξέρει ακριβώς το ποιός.
την άλλη μέρα έφευγε κ θυμήθηκε για λίγο πως είναι να ζεις σαν νερό που κυλάει.
δυο μέρες πριν φύγει, η Καλυψώ στην θάλασσα, κάτω απο τα νεκροταφεία, έπαψε να κοιτάει τα καράβια. έμεινε το σώμα της, αποκεφαλισμένο, γυρισμένο προς το λιμάνι. είναι αλύπητη η θάλασσα, η αλμύρα της, άλλοτε σμιλεύει και άλλοτε κατασπαράζει.
το τρίτο καλοκαίρι είχε κάνει ένα ωραιότατο πακέτο στο προσωρινό αφεντικό της, μουλάρωσε σε μια ξαπλώστρα. δεν είναι ο αχινός που πάτησα, είναι συνειδησιακό, πρόλαβε και τις κομψές του ειρωνίες και τις εξηγήσεις που πήγε να δώσει στους γλοιώδεις πληρωτές του. στον γυρισμό, σε ένα αμάξι χωρίς υαλοκαθαριστήρες, πέρασαν ένα μπουλούκι μαύρα σύννεφα. το ένιωσε αυτό, σαν ζωή ορμητική και σε μοιρασιά, κι έδιωξε την κούραση και την απογοήτευση. μα υπήρχε πίσω αυτή η έρημος.
σε μια ταράτσα πριν φύγει, υποσχέθηκαν πως δεν θα αφήσουν να συμβεί αυτό αλλού, και δεν ήταν λίγοι- ούτε πολλοί.
ρημάδα αναβολή, ήταν αυτό το καλοκαίρι σαν στέρηση.
τέταρτη χρονιά, " έχω πονόδοντο, το ραμμένο μου στόμα"
ρε βάλια μπορεί να είναι τερηδόνα, είναι ανάγκη να τα ψυχολογικοποιείς όλα, ύστερα είδε τα κείμενα, πήρε ένα στα χέρια του, ξεκίναγε:

ΕΜΕΝΑ ΔΕΝ Μ' ΑΡΕΣΕΙ

Σε μια πόλη που η προσπάθεια να κοιτάξεις κάτι άλλο από αυτό που “δεν” συμβαίνει είναι τρέλα....


αλλαξε το αυστηρό του ύφος, μην πάρεις παυσίπονα, θα φέρω ουζάκι, να στρογγυλέψουν λίγο, οι γωνίες στις σκέψεις. μι.. ξεκίνησε να του πει, κι ύστερα διόρθωσε το -ι-, κι έβαλε κεφαλαίο, Μηνά, μου αρέσει, δεν μου αρέσει, θα μείνω.
θα την βρεις την άκρη σου, και την είδε με την άκρη του ματιού του να μουτρώνει, κι αν δεν την βρεις, κι εγώ τριγύρω θα είμαι.
είχε ξεκινήσει να τον πει μικρό, ύστερα τον θυμήθηκε να την ταρακουνάει στον δρόμο για να διώξει τον πανικό της, είχαν βρει έναν κώδικα τότε, της έριχνε και ενάμισο κεφάλι, κι είχε βάλει κάμποσες φορές την ωριμότητα του μαξιλάρι, να μην κουτουλήσει το δικό της κεφάλι στον τοίχο.