Παρασκευή 15 Ιουνίου 2012

πάει καιρός που λες που το παραλήρημα της σκέψης καταπιέζεται από τις πειθαρχίες της γραφής, τα λάθη μου από τις προσταγές του ιδεαλισμού (φωτιά να μαι γι αυτές κι όχι βροχή),η ανάγκη μεταφράζεται σε ντροπή, η αδυναμία σε κουτσομπολιό΄, ή θαυμασμό. πνιγμένοι μες στις αντιφάσεις των καιρών, ακουμπαμε για να ξαποστασουμε και το εδαφος μαλακωνει και πεφτουμε. μεχρι που η αντιφαση μας πιανει απτο χέρι που ζητά ένα άλλο χέρι, κι έπειτα μου λες " τίποτε άλλο δεν θες",λες κι εισαι ιδέα πιο πολύ από ΄΄ανθρωπος"... δεν το εννοούσα,σου απαντώ.. απογοήτευση.. τι στ αλήθεια μας οδηγεί σ υπερβάσεις; και το χέρι που μας πιάνει ζητά όντως ένα άλλο χέρι και αυτό, και τα δυό χέρια εννώνονται το ένα ψηλά το άλλο σε πτώση. αλλά αυτό που είναι από κάτω νιώθει πως πια δεν έχει τίποτα να δώσει. εννοω μάτια μου (που σας ήθελα μαύρα για να βουλιάζω μέσα τους), πως τι έμεινε πια απο αυτήν την ανάμνηση, πέρα απο την αδυναμία της επανάληψης και όλα πάλι απ την αρχή... με τελευταίο τέλος εσένα... με τελευταία γνώση εσένα και πάλι απτην αρχή? πόσο με τέλειωνε αυτό να ξερες (πριν να το ξεράσει η σκέψη σου), ν αφουγκράζομαι τα όνειρα σου σ άλλα σώματα,να κρυφακούω τον ειρμό σου, την βούληση σου και την αδυναμία σου.. κι εσύ πάντα ΄σιγουρος για τις επιλογές σου... για τις πεποιθήσεις σου.. μη μαζοχιστικά γίνομαι το σημείο που ξερνάς.. κι ή λύσσα σου σημείο αναφοράς. χωρίς να ξεχνώ πως όταν σε συναντώ σαν άμυνα, θα ουρλιάζω το όνομα μου, μην με ξεχάσω, μην χαθώ.. με ψάχνω στους δρόμους εδώ και καιρό, προσπαθώ να με προλάβω, να με σταματήσω να μην σου κάνω άλλο κακό, και εσύ πιστός στην πεπατημένη που εδώ και χρόνια ακολουθείς φυγαδεύεις το είναι μου και το κρύβεις σε μέρη δικά σου που δε μου δειξες ποτέ, και ούτε μπορούσα να φανταστώ. πως μου ζητάς αγάπη πως μου ζητάς σεβασμο ρε. ρε; Θα πεις, επιλέγοντας κάτι άλλο να θαυμάσεις, κρύβωντας πως η στιγμή της ερωτικής σου παρέμβασης πάνω μου, δεν σκιάζεται από ώρες κουβέντας (σιωπηλής αποδοχής σου), από αδυναμίες εσωτερικευμένες που ξεσπάν.. δεν είμαι θύμα θα σου πω πριν να προλάβω την συνέχεια.. ναι, σε παρατηρώ από μακρυά (αυτό μπορώ τώρα), και βλεπω βλεπω και ξερω τις κινήσεις σου μικρό κουταβάκι τις ξέρω τοσο καλά και την ίδια στιγμή γελάω με την καρδιά μου που αν και ξέρω νιώθω τόσο γυμνή απέναντί σου. καταλαβαίνω. και? τι άλλο να κάνω/ η σιωπηλή αποδοχή σου είναι γεγονός. μέχρι να ξεσπάσει με βία πάνω μου κι ότι ήξερα να πρέπει πάλι να φτιαχτεί απο την αρχή, και να πρέπει ν σε αναιρώ στις στιγμές που με πονάς για να μην κάνω εγώ στους ανόητους άλλους, στις ανίδεες άλλες το θύμα. Πρέπει εσύ να φεύγεις με την έκφραση του πόνου στην μούρη σου (φαντάσου για να μν αναπαράγουμε ρόλους, απλά τους αντιστρέψαμε..) επειδή όμως σου είπα τώρα ξέρω σταματώ εδώ και ας μην στα πα όλα, και ας θέλω να στα πώ όλα, αλλά δεν έχει νόημα πια γιατί ούτε να σε πονέσω δεν μπορώ ούτε να σε παρηγορήσω. μένω μισή αδυνατώντας να νιώσω κάτι που έζησα κι υπόσχομαι να ζω μ άλλους τρόπους, πονώντας για το λοξό σου βλέμμα,΄που αναζητεί τις καινούργοες συμμαχίες μου, που θέλει πολλά κι έπειτα τίποτε, που ελπίζει-φοβάται, για να γελάσει μετά, που αδημονεί να με βρει μόνη μου.

1 σχόλιο:

Otto van Lemonocle είπε...

Δύσκολη δουλειά ο συνειρμός και το παραλήρημα.
Δύσκολη δουλειά το σπάσιμο των φαύλων κύκλων.
Αλλά χωρίς χάος και σκότος, το φως και η τάξη τι αξία έχουν; Καμιά…
Σ’ ευχαριστώ.